Στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου τα κόμματα του πρώην δικομματισμού έχασαν την εξουσία για διάφορους λόγους. Ένας από αυτούς ήταν ο πελατειασμός. Σε κάποια τμήματα της κοινωνίας, νεότερης ηλικίας, ανεξαρτήτως πολιτικής προέλευσης, η ανάδειξη ενός θεωρητικά άφθαρτου κόμματος στην εξουσία, θα μπορούσε να επιφέρει σοβαρό πλήγμα στον σχεδόν καθ’ ολοκληρία έλεγχος της γραφειοκρατίας από κομματικές ελίτ κατά τα προηγούμενα σαράντα χρόνια. Μια σημαντική μερίδα της ελληνικής κοινωνίας ήλπιζε ότι κάποια στιγμή, με κάποιο τρόπο, τα κόμματα δια της επαφής με την Ευρώπη και –τα τελευταία χρόνια –λόγω της σοβούσας και σκληρής κρίσης, θα μπορούσε τουλάχιστον να αποκτήσει μια σύγχρονη διοικητική μηχανή. Το αίτημα για αξιοκρατία και εκσυγχρονισμό ενυπάρχει, είναι πάγιο και έχει εκφραστεί. Τα κόμματα που ασκούσαν μέχρι πρότινος την εξουσία, είχαν πρακτικά μετατραπεί σε φορείς της παθογένειας.
Κάποιοι, όχι λίγοι, ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ελπίζοντας ότι ως νέο κόμμα στην εξουσία, μπορεί να μην επιτύχει όσα υποσχόταν προεκλογικά έναντι των πιστωτών της χώρας, αλλά –ως αντιστάθμισμα –θα επέφερε αλλαγές που θα έδειχναν μεταστροφή της νοοτροπίας. Οι ελπίδες αποδείχθηκαν φρούδες. Οι νοοτροπίες –όπως δίδαξε πρώτος ο Μαρκ Μπλοχ –είναι δύσκολο να αλλάξουν. Απαιτούνται δεκαετίες, αν όχι αιώνες. Στους σχεδόν τέσσερις μήνες που έχουν περάσει ο ΣΥΡΙΖΑ δεν άλλαξε την προηγούμενη νοοτροπία. Δεν ανέτρεψε το προηγούμενο παράδειγμα. Αντιθέτως, έχει επιτύχει μια αξιοσημείωτη πρωτιά. Δεν έχει απλώς εξασφαλίσει όσους προέρχονται από τον κομματικό μηχανισμό του. Μια διαγώνια ματιά σε όλο το φάσμα του Δημοσίου (ΔΕΚΟ, Ταμεία, θυγατρικές του ευρύτερου Δημοσίου), είναι αρκετή για όποιον έχει παρακολουθήσει στοιχειωδώς τις εξελίξεις στη χώρα τις τελευταίες δύο δεκαετίες για να βυθιστεί στην κατάθλιψη. Το Δημόσιο έχει καταστεί χώρος «αξιοποίησης» για πολιτευτές και «επαγγελματίες» θαμώνες του κρατικού μηχανισμού που προέρχονται απ’ όλα τα κόμματα. Πρώην στελέχη της ΝΔ, αειθαλείς πασόκοι και λοιποί αιώνιοι παρατρεχάμενοι, βρήκαν στέγη στον κρατικό μηχανισμό με την ευγενή χορηγία του ΣΥΡΙΖΑ. Θα ήταν απλά αστείο αν δεν ήταν απογοητευτικό. Αποδεικνύει ότι παράλληλα προς την οικονομική κρίση, συμπορεύεται, επιβιώνει και μας βγάζει επιδεικτικά τη γλώσσα η βαθύτατη, δομική κρίση του ελληνικού κράτους: Όσοι αξίζουν, έχουν τα τυπικά προσόντα αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να εισέλθουν στα εγκατεστημένα πολυποίκιλα πολιτικά –και άλλα –δίκτυα, θα παραμένουν για πάντα σε δεύτερη μοίρα. Όταν το ίδιο το κράτος, ενδεδυμένο με τον πιο σκοτεινό μανδύα του, ακυρώνει την κοινωνική κινητικότητα στην πράξη, τότε κάθε συζήτηση με «ταξικό» περιεχόμενο είναι απλά ανεπίκαιρη και δίχως καμία αξία.
Κάποιοι, όχι λίγοι, ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ελπίζοντας ότι ως νέο κόμμα στην εξουσία, μπορεί να μην επιτύχει όσα υποσχόταν προεκλογικά έναντι των πιστωτών της χώρας, αλλά –ως αντιστάθμισμα –θα επέφερε αλλαγές που θα έδειχναν μεταστροφή της νοοτροπίας. Οι ελπίδες αποδείχθηκαν φρούδες. Οι νοοτροπίες –όπως δίδαξε πρώτος ο Μαρκ Μπλοχ –είναι δύσκολο να αλλάξουν. Απαιτούνται δεκαετίες, αν όχι αιώνες. Στους σχεδόν τέσσερις μήνες που έχουν περάσει ο ΣΥΡΙΖΑ δεν άλλαξε την προηγούμενη νοοτροπία. Δεν ανέτρεψε το προηγούμενο παράδειγμα. Αντιθέτως, έχει επιτύχει μια αξιοσημείωτη πρωτιά. Δεν έχει απλώς εξασφαλίσει όσους προέρχονται από τον κομματικό μηχανισμό του. Μια διαγώνια ματιά σε όλο το φάσμα του Δημοσίου (ΔΕΚΟ, Ταμεία, θυγατρικές του ευρύτερου Δημοσίου), είναι αρκετή για όποιον έχει παρακολουθήσει στοιχειωδώς τις εξελίξεις στη χώρα τις τελευταίες δύο δεκαετίες για να βυθιστεί στην κατάθλιψη. Το Δημόσιο έχει καταστεί χώρος «αξιοποίησης» για πολιτευτές και «επαγγελματίες» θαμώνες του κρατικού μηχανισμού που προέρχονται απ’ όλα τα κόμματα. Πρώην στελέχη της ΝΔ, αειθαλείς πασόκοι και λοιποί αιώνιοι παρατρεχάμενοι, βρήκαν στέγη στον κρατικό μηχανισμό με την ευγενή χορηγία του ΣΥΡΙΖΑ. Θα ήταν απλά αστείο αν δεν ήταν απογοητευτικό. Αποδεικνύει ότι παράλληλα προς την οικονομική κρίση, συμπορεύεται, επιβιώνει και μας βγάζει επιδεικτικά τη γλώσσα η βαθύτατη, δομική κρίση του ελληνικού κράτους: Όσοι αξίζουν, έχουν τα τυπικά προσόντα αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να εισέλθουν στα εγκατεστημένα πολυποίκιλα πολιτικά –και άλλα –δίκτυα, θα παραμένουν για πάντα σε δεύτερη μοίρα. Όταν το ίδιο το κράτος, ενδεδυμένο με τον πιο σκοτεινό μανδύα του, ακυρώνει την κοινωνική κινητικότητα στην πράξη, τότε κάθε συζήτηση με «ταξικό» περιεχόμενο είναι απλά ανεπίκαιρη και δίχως καμία αξία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου