Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

Ούτε μία «συγνώμη»


Το έχω θίξει κι άλλη φορά πως μία από τις χειρότερες αδυναμίες των πολιτικών μας είναι ότι δεν διδάσκονται από τα λάθη τους, αλλά επιμένουν να τα επαναλαμβάνουν. Και το ακόμη χειρότερο είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις επιμένουν στην τακτική αυτή από εγωισμό και μόνο. Επειδή δεν τους πάει να πουν, έστω και περιφραστικά, μία «συγνώμη, ήταν λάθος, δεν θα το ξανακάνω».
Στην πρώτη του παρουσία στη Βουλή ο νέος αρχηγός της ΝΔ έδειξε ότι διαθέτει τη στοιχειώδη εξυπνάδα να μην πατά την πεπονόφλουδα που ρίχνει στον αντίπαλό του. Οταν κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ για τους κομματικούς και ρουσφετολογικούς διορισμούς και εισέπραξε την εύλογη απάντηση πως η ΝΔ είναι η τελευταία που δικαιούται να διατυπώνει τέτοιες κατηγορίες, έσπευσε να συνομολογήσει ότι έτσι ήταν, αλλά ήταν λάθος και δεν θα ξαναγίνει.
Αν είναι ειλικρινής ή όχι θα το δούμε αν και όταν αυτός και το κόμμα του βρεθούν στην εξουσία. Αλλά στη θέση αυτή είναι τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ. Κι εκείνο που καθημερινά αποδεικνύεται, από τις διαμαρτυρίες του Φλαμπουράρη για στοχοποίησή του μέχρι και τις κομματικές και κυβερνητικές καταγγελίες για τις επιθέσεις και τις αποδοκιμασίες εναντίον βουλευτών και υπουργών στα μπλόκα και όπου αλλού, είναι ότι οι κυβερνώντες αυτά τα ψήγματα ευφυΐας δεν τα διαθέτουν.
Δεν έχω ακούσει ούτε έναν συριζαίο να αποδοκιμάζει τις στοχοποιήσεις που επί χρόνια έκαναν και ακόμη συνεχίζουν να κάνουν. Δεν έχω ακούσει έστω κι έναν συριζαίο να ζητά συγνώμη για τη συστηματική χυδαιολογία σε βάρος των πολιτικών αντιπάλων τους, δεν είχα ακούσει να ενοχλούνται τότε που με την παρουσία τους (μήπως και με τη συμμετοχή τους;) κυριαρχούσε στις πλατείες το φασιστικό σύνθημα που υποκινούσε σε πυρπόληση της Βουλής, δεν είχα δει να κοκκινίζει έστω κι ένας τους όταν έμμεσα ή και απροκάλυπτα επικρατούσαν τραμπούκικες πρακτικές που καθιστούσαν αδύνατες ακόμη και προεκλογικές συγκεντρώσεις πολιτικών αντιπάλων τους.
Μια «συγνώμη, κάναμε λάθος» είναι όλο κι όλο. Αλλά προφανώς δεν έχουν το κουράγιο ή την εξυπνάδα να το πουν. Ή και δεν θέλουν να την πουν. Ισως για να μείνουν και σε κάτι συνεπείς από όσα έλεγαν και έκαναν πριν φτάσουν στην εξουσία.