Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Η επιστροφή στον δικομματισμό.

Μέχρι τις εκλογές του 2012 το ελληνικό πολιτικό σύστημα ήταν σχεδόν αμιγώς δικομματικό. Δύο μόνο κόμματα, και πάντοτε τα ίδια, δηλαδή η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, ήταν σε θέση να κατακτήσουν την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στη Βουλή, και ένα από αυτά, άλλοτε η ΝΔ και άλλοτε το ΠΑΣΟΚ, επικρατούσε στην εκλογική αναμέτρηση και σχημάτιζε αυτοδύναμη κυβέρνηση. Μετά το 2012 το σύστημα μεταβλήθηκε σε πολυκομματικό. Κανένα από τα δύο πιο ισχυρά κόμματα, που τώρα πλέον είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ, δεν είναι σε θέση να κατακτήσει μόνο του την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στη Βουλή, χάρη όμως στην πριμοδότηση των 50 επιπλέον εδρών το εκάστοτε πρώτο κόμμα μπορεί με τη σύμπραξη ενός ή δύο μικρότερων κομμάτων να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού, λιγότερο ή περισσότερο σταθερή.
Η επιστροφή στον δικομματισμό, δηλαδή σε ένα σύστημα δύο μεγάλων κομμάτων πέριξ του 40% το καθένα, που θα εναλλάσσονται στην εξουσία και θα κυβερνούν μόνα τους, φαίνεται μάλλον απίθανη, τουλάχιστον στο προβλεπτό μέλλον. Υπό τις συνθήκες αυτές ορισμένοι θεωρούν ότι η σταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος περνάει μέσα από τον διπολισμό: τη δημιουργία δύο σχετικά ομοιογενών προεκλογικών ή μετεκλογικών συνασπισμών, γύρω από τους οποίους εφεξής θα δομείται ο πολιτικός ανταγωνισμός.
Εξ ου και τα σενάρια για την αλλαγή του τρόπου παραχώρησης του bonus, ώστε να διευκολυνθεί η δημιουργία δύο τέτοιων πόλων. Δεν υπάρχουν όμως οι δομικές προϋποθέσεις για τέτοια μεταβολή του πολιτικού συστήματος, διότι δεν λειτουργεί πια η κλασική διχοτομία Δεξιά-Αριστερά: αδιάψευστος μάρτυς η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Ούτε ένα σχήμα Δεξιά-Κεντροδεξιά, Κεντροαριστερά-Αριστερά είναι εφικτό, αφού οι διαφορές που χωρίζουν το ΠΑΣΟΚ από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι αγεφύρωτες, ιδίως σε θέματα που αφορούν τη λειτουργία των θεσμών: οι κομματοκρατικές και αντισυνταγματικές πρακτικές του ΣΥΡΙΖΑ δεν αφήνουν κανένα περιθώριο συνεννόησης. Αντίθετα, ανοιχτό είναι το ζήτημα της δημιουργίας ενός αυτόνομου «τρίτου πόλου» ανάμεσα στη ΝΔ και στον ΣΥΡΙΖΑ, που μπορεί να έχει καθοριστικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις.