Βεβαίως, για τελικές εκτιμήσεις πρέπει να δούμε πρώτα τις ακριβείς προβλέψεις και διατυπώσεις του εκλογικού νόμου που θα καταθέσει η κυβέρνηση. Ανεξαρτήτως όμως αυτών, μαζί με τη δημόσια διαβούλευση που αρχίζει, τίθενται στο τραπέζι του διαλόγου «πυρηνικά» ζητήματα δημοκρατίας, λαϊκής κυριαρχίας και ισότητας της ψήφου. Δεν πρόκειται απλώς για τον τρόπο αποτύπωσης της θέλησης των πολιτών στη σύνθεση του Κοινοβουλίου και ό,τι άλλο συνεπάγονται για το κομματικό και πολιτικό τοπίο οι εκλογικοί νόμοι.
Πρόκειται για θέματα στα οποία όλα τα κόμματα οφείλουν να έχουν διαυγείς θέσεις και, φυσικά υπάρχουν διαχρονικά επιχειρήματα υπέρ και κατά του ενός ή του άλλου συστήματος. Ουδείς όμως μπορεί να αμφισβητήσει τεκμηριωμένα ότι η αναλογική εκφράζει με τον πιστότερο τρόπο τη λαϊκή βούληση. Ολα τα άλλα συστήματα, στις διάφορες παραλλαγές τους, στον έναν ή τον άλλο βαθμό, αλλοιώνουν τη θέληση των ψηφοφόρων. Για το βασικό επιχείρημα εναντίον της, δηλαδή την κυβερνησιμότητα, έχουν γραφεί άπειρα. Πλην όμως, σε τελευταία ανάλυση, η ουσία είναι ότι οι αντίπαλοί της διακατέχονται από τη λογική πώς η χώρα πρέπει να κυβερνάται από μονοκομματικές κυβερνήσεις.
Στον αντίποδα βρίσκεται η «φιλοσοφία» της απλής αναλογικής. Γι' αυτό άλλωστε αποτελούσε και αποτελεί προγραμματική θέση του συνόλου των προοδευτικών δυνάμεων. Ασχέτως του αν στην πράξη συχνά καταχωνιαζόταν σε «χρονοντούλαπα». Προϋποθέτει την αποδοχή των κομματικών συνεργασιών. Κινούμενη στο πλαίσιο ενός διαφορετικού πολιτικού πολιτισμού από εκείνον των ισχυρών κυβερνήσεων. Σε τελευταία ανάλυση, πάλι, η εναντίωση στο αναλογικό σύστημα συνιστά απόρριψη της ανάγκης για κυβερνητικές συναινέσεις. Εννοείται, όταν ο λαός τις επιβάλλει με την ψήφο του.
Το υπέρ ή κατά τη απλής αναλογικής ισοδυναμεί με ναι ή όχι στην κουλτούρα των κυβερνητικών συνεργασιών. Οι άλλες προσεγγίσεις, σε όποια βάση κι αν στοιχειοθετούνται, σεβαστές μεν στη δημοκρατία μας, άλλα ατελέσφορες για όσα χρειάζεται σήμερα η χώρα και η κοινωνία.