Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

Λες κι αυτό που χρειαζόμαστε είναι άλλος ένας Τσίπρας.

Αυτό το «κάθε πέρυσι και καλύτερα» αποδεικνύεται τελικά σοφή κουβέντα. Νομίζω μάλιστα πως ή εμείς οι Ελληνες τη σκαρφιστήκαμε ή εμάς είχαν ως παράδειγμα εκείνοι που τη σκέφτηκαν. Τα γεγονότα, αν μη τι άλλο, αυτό δείχνουν.
Πίστευα ότι τελικά όλα τα είχα δει σ’ αυτά τα χρόνια της κρίσης. Ολες τις διαβαθμίσεις της ανευθυνότητας, της μικροκομματικής υστεροβουλίας, της εξαπάτησης του εκλογικού σώματος, της απόλυτης ιδεολογικοπολιτικής κωλοτούμπας. Εκείνο που δεν είχα δει και δεν περίμενα ότι θα έβλεπα ήταν αυτό το ρεσιτάλ πολιτικού μαζοχισμού, αυτή η αυτοκαταστροφική μανία που έχει καταλάβει τη Νέα Δημοκρατία σε μια περίοδο που περισσότερο από κάθε άλλη φορά χρειάζεται ο τόπος μια σοβαρή, συγκροτημένη και μαχητική αξιωματική αντιπολίτευση.
Αλλά αντί για τη σοβαρότητα και την υπευθυνότητα, μας προσφέρονται, και μάλιστα απλόχερα, η επιπολαιότητα και η ανευθυνότητα. Ενα μεγάλο κόμμα βρίσκεται χωρίς εκλεγμένη ηγεσία από τις πρώτες μέρες του Ιουλίου, μετέχει σε μια εκλογική αναμέτρηση με μεταβατικό πρόεδρο κι από τα τέλη Σεπτεμβρίου μέχρι και σήμερα πασχίζει να εκλέξει πρόεδρο χωρίς να τα έχει καταφέρει και χωρίς να υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι πρόκειται να τα καταφέρει και στην επόμενη προγραμματισμένη προσπάθεια.
Από χθες μάλιστα έχουν φτάσει σε τέτοιες επιδόσεις πολιτικού αυτοχειριασμού, που δεν νομίζω να έχουν προηγηθεί ανάλογες σε στοιχειωδώς σοβαρά κράτη. Μέσα στον Δεκέμβρη κρίνονται καθοριστικής σημασίας ζητήματα, όπως είναι ο προϋπολογισμός του 2016 και η δεύτερη παρτίδα των προαπαιτουμένων. Και σ’ αυτές τις κρίσιμες κοινοβουλευτικές συνεδριάσεις η αξιωματική αντιπολίτευση δεν θα έχει εκλεγμένο αρχηγό, δεν θα έχει κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους, δεν θα έχει ουσιαστικά πολιτικό λόγο, θα είναι τελικά ωσεί παρούσα, ανήμπορη να επηρεάσει αποφάσεις, ανίκανη ν’ ανταποκριθεί στον θεσμικό της ρόλο.
Είναι ένα φαινόμενο που δικαιολογεί απόλυτα τον χαρακτηρισμό του κωμικοτραγικού. Ενα μεγάλο παραδοσιακά κόμμα αναζητεί τον νέο του ηγέτη χωρίς έναν στοιχειώδη κοινωνικοπολιτικό διάλογο, χωρίς σοβαρούς προβληματισμούς και προγράμματα για την οικονομική ανόρθωση του τόπου, χωρίς ένα υποτυπώδες έστω όραμα, αλλά με μοναδικό κοινό σλόγκαν όλων των υποψήφιων ηγετών του τη διαβεβαίωση ότι «εγώ θα νικήσω τον Τσίπρα». Λες κι αυτό που χρειαζόμαστε είναι άλλος ένας Τσίπρας!