Παρασκευή 4 Ιουλίου 2014

Η οξύτατη οικονομική κρίση που διανύουμε έχει μεγεθύνει και περιπλέξει τα προβλήματα.

Στη χώρα μας, παρά την ανεπάρκεια δημόσιων εσόδων, υπήρξε σχετικά ικανοποιητική χρηματοδότηση της δωρεάν παροχής εκπαίδευσης κατά τις πρώτες δεκαετίες της μεταπολεμικής περιόδου, πράγμα που συνέβαλε αναμφισβήτητα στην κοινωνική κινητικότητα. Παρά τις αδυναμίες του, το αδιάβλητο σύστημα εισαγωγικών εξετάσεων στην Ανώτατη Εκπαίδευση έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς νέους προερχόμενους από τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα της κοινωνίας, να σπουδάσουν και να διεκδικήσουν την ισότιμη πρόσβαση τους στην επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου.

Τα τελευταία χρόνια όμως, σε ολόκληρη την Ευρώπη και ακόμη περισσότερο στη χώρα μας, παρατηρείται μια αύξηση του κόστους της δωρεάν παροχής δημόσιων αγαθών η οποία δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση της ποιότητας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να εντείνεται η πίεση για όλο και μεγαλύτερη ιδιωτικοποίηση των αγαθών αυτών, καθώς το Κράτος αδυνατεί να χρηματοδοτήσει με επάρκεια την παροχή τους. Στην Ελλάδα, το διαχρονικό αίτημα για μαζικότερη πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση, καθώς η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση έχουν κοινωνικά απαξιωθεί, δημιουργεί όλο και μεγαλύτερες πιέσεις στον κρατικό προϋπολογισμό.

Η οξύτατη οικονομική κρίση που διανύουμε έχει μεγεθύνει και περιπλέξει τα προβλήματα που προϋπήρχαν και έχει περιορίσει, ακόμη περισσότερο, την ευχέρεια κρατικής χρηματοδότησης του δημοσίου αγαθού της εκπαίδευσης. Ωστόσο, πρέπει να συνειδητοποιηθεί ότι δεν αποτελεί βιώσιμη και αξιόπιστη λύση για την Ανώτατη Εκπαίδευση η εξοικονόμηση πόρων μέσω της περικοπής των κονδυλίων για την έρευνα, της απόλυσης του ζωτικού για την εύρυθμη λειτουργία των ιδρυμάτων διοικητικού προσωπικού ή ακόμη, μέσω μεγαλύτερων μειώσεων των ήδη μειωμένων μισθών των καθηγητών.