Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013

Περί αστέγων και ανέργων ο λόγος.

Περί αστέγων και ανέργων ο λόγος. Περί της ενοχλητικής πραγματικότητας δηλαδή, που δεν θα αμβλυνθεί όσο θα πλησιάζουμε τις χρονιάρες μέρες. Αντίθετα, θα επιδεινωθεί, αφού το αίσθημα αποκλεισμού από τη γιορτή, ακόμα και τη συμβατική, εκβάλλει στην απελπισία. Λέει για παράδειγμα το κλιμάκιο της τρόικας, που έρχεται-δεν έρχεται, συμφωνεί-δεν συμφωνεί, πιστώνει-δεν πιστώνει: «Να μην αρθεί το καθεστώς προστασίας της πρώτης και μοναδικής κατοικίας και να μην εκπλειστηριάζεται, ακόμα κι αν ο δανεισθείς δεν είναι μπαταξής αλλά αδυνατεί, λόγω παρατεταμένης ανεργίας, να πληρώσει την τράπεζα; Και γιατί παρακαλώ μια τέτοια υπερβολική απαίτηση; Επειδή θα πολλαπλασιαστούν οι άστεγοι; Και πού το πρόβλημα; Αστεγοι υπάρχουν σε όλες τις χώρες του κόσμου, πλούσιες και φτωχές. Γιατί να ξεχωρίσει η Ελλάδα;».
Πρόδηλο το δίκιο τους. Κοσμογυρισμένοι άνθρωποι όπως είναι, έχουν δει κι έχουν δει τα μάτια τους. Φαβέλες, ντενεκεδουπόλεις, ταλαίπωρους σκηνίτες στη μέση του πουθενά, πλάσματα που ξενυχτάνε πάνω σ’ ένα παγκάκι και κάτω από μια εφημερίδα, κλοσάρ που στο βαρύ κρύο αναζητούν λίγη ζέστα στους σταθμούς του μετρό. Και να ’ταν μόνο οι κλοσάρ. Στη Γαλλία ξεπερνούν τα τριάμισι εκατομμύρια όσοι δεν έχουν αξιοπρεπή στέγη. Οπότε; Από πού αντλούν οι Ελληνες το δικαίωμα να απαιτούν φυλετικές διακρίσεις υπέρ τους; Να πονέσουν. Oπως όλοι. Να στερηθούν. Οπως οι πάντες· γιατί παράγιναν νωθροί με τόσες πολυτέλειες. Δεν χάθηκε ο κόσμος αν βρεθούν στον δρόμο μερικές δεκάδες χιλιάδες. Ας το δουν σαν ευκαιρία. Για να διαπιστώσουν πόσο γερές είναι οι φιλίες και οι συγγενικές τους σχέσεις.