Ο Βενιζέλος τούτη την περίοδο δεν είναι απλώς ΥΠΕΞ μιας ανυπόληπτης στη διεθνή διπλωματία Ελλάδας, αλλά και προεδρεύων του Συμβουλίου των υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. και με την ιδιότητά του αυτή ήταν υποχρεωμένος να σπεύσει στην εστία της κρίσης, που απειλεί ζωτικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Υπάρχει όμως και η ελληνική πτυχή της υπόθεσης, που έχει να κάνει με την παρουσία του ομογενειακού μας στοιχείου στην κοχλάζουσα περιοχή και την εμπλοκή της στην εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση. Και εδώ η ελληνική ελαφρότητα δεν θα μπορούσε να μην κυριαρχήσει. Με το που ξέσπασαν τα γεγονότα, η αντιπολίτευση (όχι στο σύνολό της) ανέβηκε στα κεραμίδια, εκτοξεύοντας κατάρες κατά της κυβέρνησης, που «άφησε απροστάτευτους τους Ελληνες στην Ουκρανία».
Δεν μας εξήγησαν βέβαια τι πρότειναν να κάνει η Αθήνα. Να στείλει στρατό να περιφρουρήσει τα χωριά της Μαριούπολης και της Κριμαίας, περιοχές όπου κυρίως ζει το ελληνικό στοιχείο, ή μήπως να οργανώσει επιχειρήσεις μεταφοράς τους με αεροπλάνα και βαπόρια στην Ελλάδα, όμοιες με εκείνες του 1992 στη Γεωργία, και να τους στοιβάξει στη συνέχεια σε γκέτο στη Θράκη όπως έγινε τότε;
Αλλά και όταν ο Βενιζέλος πήγε, ως ώφειλε, στο πλαίσιο του ταξιδιού, στη Μαριούπολη και μετέφερε τη συμπαράσταση της Ελλάδας στα στελέχη της ομογένειας, οι υστερίες δεν κόπασαν. Μεταφέρθηκαν πιο ψηλά, στο Κίεβο, όπου με την παρουσία του Βενιζέλου –ασχέτως εάν εκπροσωπούσε τους ΥΠΕΞ της Ε.Ε.– η Αθήνα διέπραξε το ανοσιούργημα να νομιμοποιήσει τη «ναζιστική κυβέρνηση» της Ουκρανίας, με την οποία συζητούν όλη η Ευρώπη και οι ΗΠΑ. Πλην, βεβαίως, του δημοκράτη Πουτιν.
Τα «πάντα όλα», λοιπόν, στον βωμό της «τυφλής» αντιπολιτευτικής σύγκρουσης με κορυφαίους του «χορού», πολιτικούς μας που αμφιβάλλω αν ξέρουν πού πέφτει το Χάρκοβο, το Λβοφ, ή εάν γνώριζαν πριν από την κρίση ότι ζουν Ελληνες στην Ουκρανία. Και ας πρόκειται για άκρως ευαίσθητο εθνικό θέμα – αν μπορούν να το αντιληφθούν.
Υπάρχει όμως και η ελληνική πτυχή της υπόθεσης, που έχει να κάνει με την παρουσία του ομογενειακού μας στοιχείου στην κοχλάζουσα περιοχή και την εμπλοκή της στην εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση. Και εδώ η ελληνική ελαφρότητα δεν θα μπορούσε να μην κυριαρχήσει. Με το που ξέσπασαν τα γεγονότα, η αντιπολίτευση (όχι στο σύνολό της) ανέβηκε στα κεραμίδια, εκτοξεύοντας κατάρες κατά της κυβέρνησης, που «άφησε απροστάτευτους τους Ελληνες στην Ουκρανία».
Δεν μας εξήγησαν βέβαια τι πρότειναν να κάνει η Αθήνα. Να στείλει στρατό να περιφρουρήσει τα χωριά της Μαριούπολης και της Κριμαίας, περιοχές όπου κυρίως ζει το ελληνικό στοιχείο, ή μήπως να οργανώσει επιχειρήσεις μεταφοράς τους με αεροπλάνα και βαπόρια στην Ελλάδα, όμοιες με εκείνες του 1992 στη Γεωργία, και να τους στοιβάξει στη συνέχεια σε γκέτο στη Θράκη όπως έγινε τότε;
Αλλά και όταν ο Βενιζέλος πήγε, ως ώφειλε, στο πλαίσιο του ταξιδιού, στη Μαριούπολη και μετέφερε τη συμπαράσταση της Ελλάδας στα στελέχη της ομογένειας, οι υστερίες δεν κόπασαν. Μεταφέρθηκαν πιο ψηλά, στο Κίεβο, όπου με την παρουσία του Βενιζέλου –ασχέτως εάν εκπροσωπούσε τους ΥΠΕΞ της Ε.Ε.– η Αθήνα διέπραξε το ανοσιούργημα να νομιμοποιήσει τη «ναζιστική κυβέρνηση» της Ουκρανίας, με την οποία συζητούν όλη η Ευρώπη και οι ΗΠΑ. Πλην, βεβαίως, του δημοκράτη Πουτιν.
Τα «πάντα όλα», λοιπόν, στον βωμό της «τυφλής» αντιπολιτευτικής σύγκρουσης με κορυφαίους του «χορού», πολιτικούς μας που αμφιβάλλω αν ξέρουν πού πέφτει το Χάρκοβο, το Λβοφ, ή εάν γνώριζαν πριν από την κρίση ότι ζουν Ελληνες στην Ουκρανία. Και ας πρόκειται για άκρως ευαίσθητο εθνικό θέμα – αν μπορούν να το αντιληφθούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου