Tις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, καθώς και του κράτους δικαίου. Κρίσιμο είναι ότι η συνδρομή της προϋπόθεσης αυτής μπορεί να ελεγχθεί και να επαληθευτεί από το Κοινοβούλιο, εάν αυτό ζητηθεί από το ένα τέταρτο των μελών του, που εκπροσωπούν τρεις τουλάχιστον πολιτικές ομάδες. Το Κοινοβούλιο αποφασίζει με την πλειοψηφία των μελών του, αφού ακούσει εκπροσώπους του κόμματος και συμβουλευτεί ειδική γνωμοδοτική επιτροπή απαρτιζόμενη από ανεξάρτητες προσωπικότητες. Κόμμα που διαπιστωμένα δεν υπηρετεί τις παραπάνω αρχές χάνει την ιδιότητά του αυτή και αποκλείεται από τη χρηματοδότηση.
Οι αντιρρήσεις στη ρύθμιση αυτή στηρίζονται κυρίως στη σκέψη ότι εφόσον υπάρχουν οπαδοί του ολοκληρωτισμού, τα πολιτικά κόμματα-εκφραστές του τελευταίου δικαιούνται ίσης μεταχείρισης με τα υπόλοιπα και προέρχονται από όσους βλέπουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτά κατοχυρώνονται στα εθνικά Συντάγματα και στο ευρωπαϊκό δίκαιο, ως υποδεέστερα της υπερίσχυσης της πλειοψηφικής αρχής. Για αυτούς η δημοκρατία είναι μόνο διαδικαστική: ακόμη και ο Χίτλερ καλώς αφέθηκε να ανέβει στην εξουσία μέσω εκλογών. Το κράτος, σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη, πρέπει να είναι ουδέτερο φιλοσοφικά. Θα σήμαινε αυτό, για παράδειγμα, ότι μια οργάνωση υπέρ της παιδοφιλίας θα έπρεπε να ενισχύεται εξίσου με μία που προστατεύει άπορα παιδιά.
Η συζήτηση παραπέμπει στην αέναη σύγκρουση μεταξύ διαδικαστικής και ουσιαστικής ελευθερίας. Το παράδοξο είναι ότι η δεύτερη προϋποθέτει και συνεπάγεται όρια στην πρώτη. Γι' αυτό και όσοι κατανοούν τη συνταγματική δημοκρατία ως αδιάσπαστο συνδυασμό διαδικασίας από τη μια, δηλαδή της πλειοψηφικής αρχής, και ουσίας από την άλλη, δηλαδή προστασίας της ίσης ελευθερίας όλων, δέχονται ότι η συνταγματική δημοκρατία δεν επιτρέπεται να περιθάλπει αυτούς που την επιβουλεύονται, δεν μπορεί δηλαδή να αυτοκαταργείται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου