Η ελληνική κοινωνία παραμένει εγκλωβισμένη στην ανικανότητα και τη διαφθορά του πολιτικού κόσμου, ο οποίος αδυνατεί να αντιληφθεί τις αναγκαίες αλλαγές και πολύ περισσότερο να τις εφαρμόσει. Και η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση. Η μεν κυβέρνηση θεωρεί ότι «πάει καλά» έχοντας ως μοναδικό κριτήριο τα εύσημα των πιστωτών, η δε αντιπολίτευση θεωρεί ότι παίζει σωστά τον ρόλο της υιοθετώντας κάθε διαμαρτυρία των πολιτών και -ακόμη χειρότερα- πυροδοτώντας διαμαρτυρίες και ρίχνοντας λάδι στη φωτιά της αγανάκτησης. Και οι μεν και οι δε κρατάνε τη χώρα πίσω και εμποδίζουν από κοινού την πρόοδο, η οποία αναγκαστικά περνάει μέσα από μεταρρυθμίσεις, που όμως δεν γίνονται.
Η κυβέρνηση καταφέρνει να περιορίσει το έλλειμμα του Δημοσίου εξαντλώντας τη φοροδοτική δυνατότητα μόνον των συνεπών φορολογουμένων. Οσοι δηλώνουν το εισόδημά τους και την περιουσία τους επιβαρύνονται διαρκώς με νέους φόρους, ληστρικούς σε πολλές περιπτώσεις. Παράλληλα υφίστανται μειώσεις των εισοδημάτων τους. Η περιουσία υπερφορολογείται - είτε είναι καταθέσεις, είτε ομόλογα, είτε ακίνητα. Με τον γενικό χαρακτηρισμό «πλούσιος» ο κάθε μικρομεσαίος αναγκάζεται να πληρώσει «κερατιάτικα» είτε έχει λεφτά για να πληρώσει είτε όχι. Αν δεν έχει, χαρακτηρίζεται φοροφυγάς και κινδυνεύει να πάει στη φυλακή. Οι αληθινοί φοροφυγάδες φυσικά συνεχίζουν το πάρτι και δεν πληρώνουν φράγκο. Η κυβέρνηση απαντάει με θράσος σ’ αυτές τις παρατηρήσεις ότι είναι αναγκασμένη να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα και ότι, αφού δεν μπορεί να συλλάβει τη φοροδιαφυγή, θα συνεχίσει να εξαντλεί τους συνεπείς φορολογουμένους. Η πολιτική αυτή ωστόσο εκτός από -προφανώς- άδικη, είναι και λάθος.
Διότι αυτή είναι που προκαλεί την ύφεση. Αν αντί γι’ αυτά τα μέτρα η κυβέρνηση έπιανε τη φοροδιαφυγή, δεν θα είχαμε ούτε ύφεση, ούτε αγανάκτηση. Δεν πρέπει λοιπόν να καμαρώνει, ούτε να ελπίζει σε στήριξη από τους συνετούς και έντιμους πολίτες. Είναι οι μόνοι που πληρώνουν και σε λίγο δεν θα έχουν. Ομως η κυβέρνηση ποντάρει στον φόβο αυτών των πολιτών, στον φόβο του λεγόμενου «μεσαίου χώρου», ο οποίος θεωρεί η κυβέρνηση ότι αναγκαστικά θα συνεχίσει να ψηφίζει Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜ.ΑΡ. φοβούμενος την αλλαγή του ΣΥΡΙΖΑ προς τα αριστερά και τη Χρυσή Αυγή από τα δεξιά. Ο φόβος αυτός είναι μεν ισχυρός για πολλούς ψηφοφόρους, αλλά όχι τόσο ώστε να ξεπεράσουν τη φτώχεια, την ανεργία και την αδικία των τριών κομμάτων της συγκυβέρνησης.
Από την άλλη μεριά ο ΣΥΡΙΖΑ, διότι μόνον αυτός μπορεί να θεωρηθεί αυτή τη στιγμή «σοβαρή αντιπολίτευση», δεν είναι καθόλου σοβαρός. Ο Αλέξης Τσίπρας προσπάθησε να παρουσιάσει ένα πιο ήπιο προφίλ πραγματοποιώντας σημαντικές διεθνείς επαφές, και ενώ ασφαλώς πήρε τα μηνύματα που σταθερά δίνει ο δυτικός κόσμος, επέστρεψε ξαφνικά πανικόβλητος στις παλιές αναχρονιστικές τακτικές διαμαρτυρίας υπό την πίεση της «αριστερής» κριτικής που υπέστη μέσα στο κόμμα του. Είναι ασφαλώς αντιληπτό ότι προτεραιότητα του Τσίπρα είναι να κερδίσει όσο πιο πολλούς ψηφοφόρους μπορεί και γι’ αυτό υιοθετεί κάθε ανόητη, παράλογη και οπισθοδρομική άποψη υπάρχει για να τους ικανοποιήσει όλους. Ομως έτσι δεν μπορεί να προσεγγίσει τον μεσαίο χώρο. Και το πολιτικό παιχνίδι θα παιχτεί εκεί, όχι στα άκρα. Στην καλύτερη για εκείνον περίπτωση, αν ποτέ καταφέρει να αναρριχηθεί στην εξουσία, θα αναγκαστεί να διαψεύσει τις προσδοκίες των ψηφοφόρων του διότι θα πρέπει να αρνηθεί τα αιτήματα που σήμερα επιπόλαια υποστηρίζει. ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ..
Η κυβέρνηση καταφέρνει να περιορίσει το έλλειμμα του Δημοσίου εξαντλώντας τη φοροδοτική δυνατότητα μόνον των συνεπών φορολογουμένων. Οσοι δηλώνουν το εισόδημά τους και την περιουσία τους επιβαρύνονται διαρκώς με νέους φόρους, ληστρικούς σε πολλές περιπτώσεις. Παράλληλα υφίστανται μειώσεις των εισοδημάτων τους. Η περιουσία υπερφορολογείται - είτε είναι καταθέσεις, είτε ομόλογα, είτε ακίνητα. Με τον γενικό χαρακτηρισμό «πλούσιος» ο κάθε μικρομεσαίος αναγκάζεται να πληρώσει «κερατιάτικα» είτε έχει λεφτά για να πληρώσει είτε όχι. Αν δεν έχει, χαρακτηρίζεται φοροφυγάς και κινδυνεύει να πάει στη φυλακή. Οι αληθινοί φοροφυγάδες φυσικά συνεχίζουν το πάρτι και δεν πληρώνουν φράγκο. Η κυβέρνηση απαντάει με θράσος σ’ αυτές τις παρατηρήσεις ότι είναι αναγκασμένη να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα και ότι, αφού δεν μπορεί να συλλάβει τη φοροδιαφυγή, θα συνεχίσει να εξαντλεί τους συνεπείς φορολογουμένους. Η πολιτική αυτή ωστόσο εκτός από -προφανώς- άδικη, είναι και λάθος.
Διότι αυτή είναι που προκαλεί την ύφεση. Αν αντί γι’ αυτά τα μέτρα η κυβέρνηση έπιανε τη φοροδιαφυγή, δεν θα είχαμε ούτε ύφεση, ούτε αγανάκτηση. Δεν πρέπει λοιπόν να καμαρώνει, ούτε να ελπίζει σε στήριξη από τους συνετούς και έντιμους πολίτες. Είναι οι μόνοι που πληρώνουν και σε λίγο δεν θα έχουν. Ομως η κυβέρνηση ποντάρει στον φόβο αυτών των πολιτών, στον φόβο του λεγόμενου «μεσαίου χώρου», ο οποίος θεωρεί η κυβέρνηση ότι αναγκαστικά θα συνεχίσει να ψηφίζει Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜ.ΑΡ. φοβούμενος την αλλαγή του ΣΥΡΙΖΑ προς τα αριστερά και τη Χρυσή Αυγή από τα δεξιά. Ο φόβος αυτός είναι μεν ισχυρός για πολλούς ψηφοφόρους, αλλά όχι τόσο ώστε να ξεπεράσουν τη φτώχεια, την ανεργία και την αδικία των τριών κομμάτων της συγκυβέρνησης.
Από την άλλη μεριά ο ΣΥΡΙΖΑ, διότι μόνον αυτός μπορεί να θεωρηθεί αυτή τη στιγμή «σοβαρή αντιπολίτευση», δεν είναι καθόλου σοβαρός. Ο Αλέξης Τσίπρας προσπάθησε να παρουσιάσει ένα πιο ήπιο προφίλ πραγματοποιώντας σημαντικές διεθνείς επαφές, και ενώ ασφαλώς πήρε τα μηνύματα που σταθερά δίνει ο δυτικός κόσμος, επέστρεψε ξαφνικά πανικόβλητος στις παλιές αναχρονιστικές τακτικές διαμαρτυρίας υπό την πίεση της «αριστερής» κριτικής που υπέστη μέσα στο κόμμα του. Είναι ασφαλώς αντιληπτό ότι προτεραιότητα του Τσίπρα είναι να κερδίσει όσο πιο πολλούς ψηφοφόρους μπορεί και γι’ αυτό υιοθετεί κάθε ανόητη, παράλογη και οπισθοδρομική άποψη υπάρχει για να τους ικανοποιήσει όλους. Ομως έτσι δεν μπορεί να προσεγγίσει τον μεσαίο χώρο. Και το πολιτικό παιχνίδι θα παιχτεί εκεί, όχι στα άκρα. Στην καλύτερη για εκείνον περίπτωση, αν ποτέ καταφέρει να αναρριχηθεί στην εξουσία, θα αναγκαστεί να διαψεύσει τις προσδοκίες των ψηφοφόρων του διότι θα πρέπει να αρνηθεί τα αιτήματα που σήμερα επιπόλαια υποστηρίζει. ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου